Ζαγορίτικα Χαβάδια


 Αξίζει η μέρα σήμερα, φλουρί με το καντάρι
που αντάμωσα τους φίλους μου χωρίς να' χω χαμπάρι.
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις, το' βαλες να με τρελάνεις.

Μωρή καρδιά του κιαρατά ό,τι κι αν δεις ζηλεύεις,
από σεβντά μαράζωσες, πάλι σεβντά γυρεύεις.
Ο σεβντάς έχει ένα χάλι, φέρνει ζούρλια στο κεφάλι.

Τι να την κάνω μια καρδιά, ήθελα να΄χω κι άλλη
τη μια να έχω για σεβντά, την άλλη για το χάλι.
Ζάχαρη ψιλή τριμμένη στα βυζάκια σου απλωμένη.

Μια χήρα με μικρό παιδί θα πιάσω φιλενάδα,
για να χαϊδεύω το παιδί και να φιλώ τη μάνα.
Άλλα μου' λεγες το γιόμα κι άλλα μου' κανες στο στρώμα.

Τι τα φυλάς τα νιάτα σου, στο Χάρο θα τα δώσεις
έλα να τα γλεντήσουμε προτού το μετανιώσεις.
Μαύρη κι άραχνη να γένεις που περνάς και δε μάς κρένεις.

Τα καναρίνια την αυγή γλυκά-γλυκά λαλούνε
και δίνουνε παρηγοριά σε κείνους π' αγαπούνε

Μάτια γλυκά, στόμα μικρό, πρόσωπο ζαχαρένιο
ξανθά μαλλιά στην κεφαλή, κορμί ζωγραφισμένο.
Τα μαλλιά του κεφαλιού σου έφερα στους ορισμούς σου.

Σεβντάδες είναι δώδεκα που αγαπάς γυναίκα
εγώ τους τρεις επέρασα μου λείπουν κι άλλοι δέκα.
Τι να κάνω, τι να γένω που αγαπά και δεν γερεύω.

Σαν Παναγιά μου φαίνεσαι, κούκλα ζωγραφισμένη,
που στέκονται και προσκυνούν πολλοί ερωτευμένοι.
Με τε σένα θέλω να' μαι και στην ερημιά καλά είμαι.

Μαύρα μάτια και γλυκά, φονιάδες του κορμιού μου
στ' ορκίζομαι στην Παναγιά δεν έχω άλλη στο νου μου.
Αναστέναξα και είπα, πού είσαι αγάπη να σε είχα!

Για μαύρα μάτια χάνομαι, για καστανά πεθαίνω
γι' αυτά τα καταγάλανα σκίζω τη γη και μπαίνω.
Μαύρα μάτια στο ποτήρι, γαλανά στο παραθύρι.

Τριανταφυλλένια μάγουλα και μάτια μενεξέδες
για σένα γλυκοκελαηδούν τα' αηδόνια στους μπαξέδες.
Τα ματάκια σου θυμάμαι και τα βράδια δεν κοιμάμαι.

Τα μαύρα μάτια το πρωί δεν πρέπει να κοιμούνται
μον΄ πρέπει ν' αγκαλιάζονται και να γλυκοφιλιούνται.
Μαύρα μάτια, μαύρα φρύδια ζωντανό με τρων τα φίδια.

Στη γέμιση του φεγγαριού μου κάνανε τα μάγια
ούτε γιατροί με γιάτρεψαν, ούτε παπάς με τ' άγια.
Ο σεβντάς έχει ένα χάλι, φέρνει αντράλα στο κεφάλι.

Της παντρεμένης το φιλί, του κοριτσιού το νάζι
της χήρας το περπάτημα μες στην καρδιά με σφάζει
Έλα φίλα με στα μάτια κι άσε τώρα τα γινάτια.

Μιας χήρας ζήτησα φιλί και μου' πε έλα την Πέμπτη
κι εγώ πήγα Παρασκευή και μου' πε φεύγα ψεύτη.
Αναστέναξα και είπα, πού είσαι αγάπη μου να σ' είχα!

Η χήρα θέλει πάπλωμα κι η παντρεμένη στρώμα
κι η μικρή κατάχαμα γιατί δεν ξέρει ακόμα.
Τι να κάνω, τι να γένω, τι είναι τούτα που παθαίνω!

Τα τραγούδια του σεβντά τα λένε οι πικραμένοι
θέλουν να βγάλουν το πικρό και το πικρό, γιε μου, δεν βγαίνει.

Ασήμ' τα παραθύρια μας κι ασήμ' τα μπουχαριά μας
έλα να σμίξουμε τα δυο να σκάσει η γειτονιά μας.

Όποιος δεν ξέρει από σεβντά εμένα να ρωτήσει
να πάρει μαύρη κλειδαριά το σπίτι του να κλείσει.
Το κεφάλι δίχως μέτρα, θέλει βάρεμα στην πέτρα.

Εγώ είμαι μαύρος κι άσχημος δεν αγαπώ κυράδες
μον΄ αγαπώ μελαχρινές πού χουν τις νοστιμάδες
θα πεθάνω στα σοκάκια, θα με κλαιν τα κοριτσάκια.

Τραγούδια έχω να σου πω ένα σακί γιομάτο
αν κάτσω όλα και τα πω με παίρν΄ τ' άλλο Σαββάτο.
Πέρνα με με το μαχαίρι και με το δικό σου χέρι.

Άλλα μου' λεγες το γιόμα κι άλλα μου' κανες στο στρώμα