Μια αρκούδα καφέ, μια αρκούδα καφέ
τρέχει φορτωμένη μ’ έναν ξύλινο μπουφέ.
Αρκούδα καφέ, αρκούδα καφέ
πού τον πας αρκούδα μου τον ξύλινο μπουφέ;
Τον πάω γρήγορα στην Θήβα
στη χωματένια μου καλύβα
που \`χει σε κάθε της φεγγίτη
μία φωλιά μ’ ένα σπουργίτη,
που \`χει κι αντί για κεραμίδια
φλούδια από φουντούκια
και ξερά καρύδια.
Μια αρκούδα καφέ, μια αρκούδα καφέ
τρέχει φορτωμένη μ’ έναν ξύλινο μπουφέ.
Αρκούδα καφέ, αρκούδα καφέ
τι θα βάλεις, πες μου, μες στον ξύλινο μπουφέ;
Θα βάλω μια ψητή μπριζόλα,
ζεστή φακή στην κατσαρόλα,
έναν καφέ με το καϊμάκι
κι ένα χοντρό σοκολατάκι
και μοναχή μου θα πλαγιάσω,
δίπλα στον μπουφέ μου να ξεχειμωνιάσω.
Μια αρκούδα καφέ, μια αρκούδα καφέ
τρέχει φορτωμένη μ’ έναν ξύλινο μπουφέ.
Αρκούδα καφέ, αρκούδα καφέ
τρέχα, τρέχα, τρέχα με τον ξύλινο μπουφέ!