Διώχνεις με μάνα διώχνεις με
στ’ αλήθεια θα πααίνω.
Αχ, με τα πουλάκια θα διαβώ
κι μι τα χελιδόνια.
Αχ και τα πουλιά θα νέρχουνται
κι εγώ πάντα θα λείπω.
Αχ, θα πας μάνα μ’ στην εκκλησιά
θα ειδιείς τις νιές θα ειδείς τους νιούς
θα ειδιείς τα παλληκάρια.
Αχ, θα διείς τουν τόπου μου εύκηρου
και στου στασίδι μου άλλου.
Αχ, θα σερν’ς μάνα μ’ παράπουνου
και πίσου θα γυρίζεις.
Αχ σε σταυροδρούμ’ θα κάθεισαι
για μένα θα ρωτάεις.
Αχ, θα διείς Τούρκου θα τουν ρωτάς,
Ρωμιό θα τουν ζητάζεις:
Aχ, μην είδιατε αμάν αμάν
αχ, μην είδατε μην άκσητε
τουν γιό μου τουν Γιαννάκη.
Τουν είδιαμε τουν άκσαμε
σ’ ηπράσινο λιβάδι.
Μαύρα πουλιά τουν τρώγανε
κι άσπρα τουν τριγυρίζουν.
\newpage