Μια φορά και τρεις καιρούς
ζούσε σε τόπους μακρινούς
μια όμορφη, γλυκιά κοπελιά
που σαν κι αυτήν καμιά.
Είχε μόλις άντρα βρει
και ζούσαν ευτυχείς μαζί
μα έπρεπε να φύγει μακριά
εκείνος για δουλειά.
Τότ’ ένας άλλος που την είχ’ ερωτευτεί
τη συκοφάντησε πως δεν ήταν πιστή
στον άντρα της.
Η κοινωνία βρήκε αμέσως αφορμή
στην εξορία να στείλει την «αμαρτωλή»,
απ’ τη ζήλια της.
Όπως τη μεταφέραν στο δάσος για να εκτελεστεί
σκίστηκαν τα ρούχα της στους δήμιους μπροστά
κι όταν σιγουρευτήκανε πως περίμενε παιδί
τη λυπήθηκαν λυτρώνοντάς τη απ’ τα δεσμά.
Εν τω μεταξύ ο άντρας γύρισε
και μετά από χρόνια που ’μαθε τι ’χε συμβεί
έψαξε παντού και τους εντόπισε
αποκαθιστώντας της γυναίκας την τιμή.
Κάπου εδώ θα ’πρεπε να ’χαμε αίσιο τελείωμα
όμως τα προβλήματα αρχίζουνε εδώ:
-τι κι αν η Γενοβέφα απέφυγε το ικρίωμα;-
είχε επικίνδυνα προσκολληθεί στο γιο·
επιπλέον γυρνούσε σε κοινωνία άγρια
έχοντας μαζί της έν’ ανήμερο θεριό.
Κι αν νομίζετε πως τούτα γίνονταν αλλού ή παλιά,
ίσως σας τρομάξει μια ματιά στο μέσα σας «Εγώ»
Η Γενοβέφα, ηρωίδα λαϊκού μύθου που ήταν πολύ διαδεδομένος και αγαπητός σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης από το μεσαίωνα μέχρι ακόμη και τις μέρες μας, αντιπροσωπεύει την αγνότητα που τη συκοφαντούν αλλά που, στο τέλος, θριαμβεύει. Ήταν η όμορφη κόρη του δούκα της Βραβάντης και γυναίκα του στρατιωτικού άρχοντα των Τρεβήρων, πυργοδεσπότη του Ίφτεντρικ Σιγφρείδου, που όταν έφυγε για τον πόλεμο την άφησε μόνη της για αρκετό καιρό. Ο Γκόλος, ένας από τους αυλικούς που την αγάπησε χωρίς ανταπόκριση, τη συκοφάντησε με αποτέλεσμα να την οδηγήσουν στο δάσος με το παιδί της, που είχε στο μεταξύ γεννηθεί, για να τους σκοτώσουν. Αλλά οι δήμιοι τη λυπήθηκαν και την άφησαν στο δάσος, όπου έζησε πολλά χρόνια μαζί με το γιο της σαν αγρίμι. Από κάποιο τυχαίο γεγονός όμως, αποκαλύφθηκε η συκοφαντία του Γκόλου που τον σκοτώνουν, ενώ η Γενοβέφα επιστρέφει θριαμβευτικά στον πύργο της. Ακόμη, είναι γαμήλια Πατινάδα σε τετράσημο αργό δεξιοτεχνικό οργανικό σκοπό, που στο δεύτερο μισό του γίνεται γρήγορο. Η αστική επίδραση στο ύφος του και η ονομασία του, υποδηλώνουν ότι πιθανότατα να προέρχεται από κάποια δυτική σύνθεση, που αναπροσαρμοσμένη αφομοιώθηκε και αγαπήθηκε από τους Πρεβεζάνους. Άποψη που συμμερίζονται πολλοί μουσικοί. Άλλοι υποστηρίζουν ότι το κομμάτι, διασκευή ιταλικής οπερέτας, πέρασε από τα Επτάνησα στην Πρέβεζα και από εκεί στα Γιάννενα και στα αστικά κέντρα της Ηπείρου. Η πρώτη εκτέλεση πιθανότατα ανήκει στο Νίκο Τζάρα1. H Γενοβέφα χορεύεται σε όλη σχεδόν την Ήπειρο, στα βήματα του συρτού στα δύο. Ξεκινά με αργό ρυθμό και ακολουθεί γρήγορο μέρος.
Footnotes
1 http://www.musipedia.gr/wiki/%CE%A4%CE%B6%CE%AC%CF%81%CE%B1%CF%82_%CE%9D%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82epirus,