Η Μαρίκα η δασκάλα πο 'χει σπίτια δυο μεγάλα
το πρωί στις έξι βγαίνει και στην αγορά πηγαίνει
το καλάθι της κρατάει και με όρεξη κοιτάει
να 'βρει τρυφερό μοσχάρι ή κανένα φρέσκο ψάρι
Ένας νιος λεβέντης πρώτης ο ψαράς ο Παναγιώτης
τη δασκάλα τη γνωρίζει και τηνε καλημερίζει
έχω δυο λαβράκια φίνα που 'ρθαν τώρα απ' τη Ραφήνα
πάρε το 'να το βράσεις μια ψαρόσουπα να φτιάξεις
Το λαβράκι δε μου κάνει θέλω ψάρι για τηγάνι
κι αν δεν εύρω παλαμίδα παίρνω γόπα ή μαρίδα
κι αν δεν εύρω τέτοια ψάρια παίρνω μιαν οκά παντζάρια
βάζω και λιγάκι λάδι και μασάω και το βράδυ
Έτσι κάθε μέρα βγαίνει κι όμως τίποτα δεν παίρνει
η τσιγκούνα η δασκάλα πο 'χει σπίτια δυο μεγάλα
κάθε τρυφερό τσ' αρέσει μα φοβάται να ξοδέψει
κι έτσι απ' την τσιγκουνιά της μένει άδεια η κοιλιά της
------------------------------------------------–—
Η Βαρβάρα του Π ΤΟΥΝΤΑ σατυρικό τραγούδι απο το μουσικό αρχείο του Ν ΣΔΡΕΓΑ.
Η Βαρβάρα κάθε βράδυ στη Γλυφάδα ξενυχτάει
και ψαρεύει τα λαβράκια, κεφαλόπουλα, μαυράκια
Το καλάμι της στο χέρι, κι όλη νύχτα στο καρτέρι
περιμένει να τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει
Ένας κέφαλος βαρβάτος, όμορφος και κοτσονάτος
της Βαρβάρας το τσιμπάει, το καλάμι της κουνάει
Μα η Βαρβάρα δεν τα χάνει τον αγκίστρωσε τον πιάνει
τον κρατά στα δυο της χέρια και λιγώνεται στα γέλια
Κοίταξε μωρή Βαρβάρα, μη σου μείνει η λαχτάρα
τέτοιος κέφαλος με νύχι, δύσκολα να σου πετύχει
Βρε Βαρβάρα μη γλιστρήσει και στη θάλασσα βουτήξει
βάστα τον απ' το κεφάλι μη σου φύγει πίσω πάλι
Στο καλάθι της τον βάζει κι από την χαρά φωνάζει
έχω τέχνη έχω χάρη ν' αγκιστρώνω κάθε ψάρι
Για ένα κέφαλο θρεμμένο όλη νύχτα περιμένω
που θα 'ρθεί να μου τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει